Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 5827/2020
by Λεωνίδας Στάμος
“Από την επισκόπηση της ανωτέρω σύμβασης, μετά των πρόσθετων πράξεων αυτής, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα έγγραφα (αντίγραφα κινήσεως λογαριασμού) προκύπτει ότι περιέχεται η επιβάρυνση των ανακοπτόντων με την εισφορά του ν. 128/1975 (βλ. ειδικότερα όρους 7β, 10,12 και 19 όρους της επίδικης σύμβασης). Πέραν της ευθείας αντίθεσης στο νόμο ως προς την επιβολή της εισφοράς (*), από το κείμενο της σύμβασης αυτής δεν προκύπτει αιτία επιδόσεως, κατά τα αναφερόμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, χωρίς καμία αιτιολογία ως προς τη μετακύλιση της εισφοράς και περαιτέρω του ανατοκισμού αυτής, καθώς στα πιστωτικά ιδρύματα επιτρέπεται ο εκτοκισμός τόκων και όχι φόρων , εισφορών ή άλλων προμηθειών. Περαιτέρω, από τα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων, που τέθηκαν υπόψη του Δικαστή για την απόδειξη της απαιτήσεως από τη σύμβαση δανείου και τα λοιπά έγγραφα προκύπτει ότι η ως άνω τράπεζα κεφαλαιοποιούσε την εισφορά του ν. 128/1975 κάθε φορά που χρέωνε τόκους πάσης φύσεως και ανατόκιζε τα ποσά της, αφού στο κάθε φορά προκύπτον υπόλοιπο κεφάλαιο υπολόγιζε τόκους (εκτοκισμός) περιέχοντες και ποσά εισφοράς του ν. 128/1975, στο νέο δε προκύπτον εκάστοτε κεφάλαιο υπολόγιζε νέους τόκους περιέχοντες και εισφορά (εκτοκισμός και ανατοκισμός της εισφοράς). Ο παράνομος αυτός εκτοκισμός και ανατοκισμός των ποσών της εισφοράς γίνεται με την ενσωμάτωση της στο επιτόκιο υπολογισμού των πάσης φύσεως τόκων και προκύπτει ευθέως τόσο από το αντίγραφο του λογαριασμού αλλά και από τον ως άνω όρο της ένδικης σύμβασης. Εξάλλου, τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά (ήτοι ως προς την μετακύλιση, εκτοκισμό της εισφοράς) δεν αμφισβητεί ούτε η καθής. Επομένως, ως προς το ποσό της απαίτησης των (xxxxxxxxx) ευρώ, για το οποίο εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, δεν προκύπτει το σύνολο της οφειλής, λόγω της ακυρότητας των συμπεριλαμβανομένων στον λογαριασμό ποσών της εισφοράς του νόμου 125/1975 και του ανατοκισμού αυτών. Η ακυρότητα των επιμέρους ποσών επηρεάζει την αποδεικτικότητα με έγγραφα, αλλά και το εκκαθαρισμένο του συνόλου της απαιτήσεως, αφού στο προσκομιζόμενο αντίγραφο κινήσεως λογαριασμού δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός των επιμέρους ποσών, αφενός λόγω του είδους της εγγραφής, αφετέρου λόγω της ενσωμάτωσης στον λογαριασμό των ποσών της εισφοράς στα ποσά των τόκων, με παραπέρα συνέπεια την αδυναμία προσδιορισμού του πραγματικού ποσού της οφειλής και αντίστοιχα της απαίτησης της καθής τράπεζας.”
(*) Γράφει ο Maître Ιδιωτικού Δικαίου, Δικηγόρος πΑπ Λεωνίδας Στάμος
Υπάρχουν Δικαστές που τιμούν τον Θεσμικό τους ρόλο και αποφαίνονται αφού πρώτα ερευνήσουν και διαβάσουν. Στην αντίπερα όχθη, λαθεμένα αναπαράγεται σε πλείστες όσες δικαστικές αποφάσεις όλων των βαθμίδων ότι, δεν προσδιορίζεται ποιόν αφορά η εισφορά του ν.128/75 και τούτο διότι στην εισηγητική έκθεση του νόμου 128/75 ορίζεται ρητώς ότι η εν λόγω εισφορά αφορά τα πιστωτικά ιδρύματα και συγκεκριμένα: "Προς ενίσχυσιν του λογαριασμού εκ του οποίου κατά το Ν.Δ. 887/1972 καταβάλλονται αι διαφοραί επιτοκίων επιβάλλεται, δια της παραγράφου 3 του αναθεωρουμένου άρθρου, επί των πιστωτικών ιδρυμάτων εισφορά εξ ενός (1) επί τοις χιλίοις επί του συνόλου των πάσης φύσεως πιστώσεων και δανείων των."
Την Εισηγητική Έκθεση του Ν. 128/75 από τον τότε Υπουργό Συντονισμού και Προγραμματισμού, Παναγ. Παπαληγούρα θα βρείτε -> ΕΔΩ