Αθήνα 19 Σεπτεμβρίου 1997
Αριθ.Πρωτ.: 1095776/8065-26/0016
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Η.Π. 22/09/1997/ΑΧ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 16η (Εισ.Δημ.Εσόδων)-ΤΜΗΜΑ ΑΆ
ΠΟΛ.: 1261
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Εχοντας υπόψη:
1. Το Ν.128/1975 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών αναφερόμενων εις τη λειτουργία του χρηματοδοτικού συστήματος”.
2. Το Ν.1266/1982 “Περί Οργάνων Ασκήσεως της Νομισματικής Πιστωτικής και Συναλλαγματικής Πολιτικής και άλλες διατάξεις”.
3. Το άρθρο 22, Ν.2515/1997 “Περί ασκήσεως του Επαγγέλματος Λογιστή – Φοροτεχνικού, λειτουργίας του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών και άλλες διατάξεις”.
4. Την απόφαση αριθμ. 27550/1.9.1997 του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Αποφασίζουμε
1. Η επιβαλλόμενη από 1.9.1997, σύμφωνα με την παραγρ. 4 της αριθμ. 27550/Β.1135/1.9.1997 Απόφασης Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, εισφορά 1,2% ετησίως στις χορηγήσεις σε συνάλλαγμα από πιστωτικά Ιδρύματα ή Χρηματοδοτικό Ιδρυμα του εξωτερικού, κατά την έννοια του Ν.2076/1992, προς ημεδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι υπόχρεα για υποβολή φορολογικής δήλωσης, αποδίδεται με ευθύνη του υποχρέου για απόδοση της εισφοράς δανειοδοτούμενου.
2. Η εισφορά αυτή θα αποδίδεται απευθείας από τους δανειοδοτουμένους στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. Φορολογίας τους την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα, με βάση το ύψος των αντίστοιχων δανείων, όπως αυτά εμφανίζονται στα βιβλία τους – μηνιαία ισοζύγια του πρηγούμενου μηνός.
3. Η απόδοση της προαναφερθείσας εισφοράς διενεργείται σύμφωνα με την παραγρ. 2 του άρθρου 76, Π.Δ.16/1989 (Κανονισμός Λειτουργίας Δ.Ο.Υ.), με την έκδοση αποδεικτικού είσπραξης, επί του σώματος του οποίου θα επισυνάπτεται το σημείωμα που θα προσκομίζεται από τον δανειοδοτούμενο. Στο εν λόγω σημείωμα θα
αναγράφονται απαραίτητα το ονοματεπώνυμο του δανειοδοτούμενου, το Α.Φ.Μ., η διεύθυνση της επιχείρησης, το προς καταβολή ποσό, καθώς και το ποσό επί του οποίου υπολογίζεται η εισφορά, ως και η αιτία καταβολής και θα υπογράφεται από τον καταθέτη – δανειοδοτούμενο.
4. Οι εισπράξεις που διενεργούνται στις Δ.Ο.Υ. κάθε μήνα από την ανωτέρω αιτία θα εμφανίζονται στα εκτός προϋπολογισμού έσοδα και θ’ αποδίδονται, κατά την προβλεπόμενη διαδικασία, στο λογαριασμό 611451 που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος “κοινός λογαριασμός για την καταβολή επιστροφής διαφοράς τόκων Ν.128/1975“.
5. Ειδικά για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο τρέχοντος έτους, η απόδοση της ανωτέρω εισφοράς θα καταβληθεί από τους υποχρέους την τελευταία εργάσιμη ημέρα μηνός Νοεμβρίου 1997 για κάθε μήνα χωριστά, όπως ορίζεται στην παράγρ. 2 της παρούσας.
6. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης, επιβάλλονται οι προβλεπόμενες από το Ν.2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α’) κυρώσεις.
7. Δεν υπόκεινται σε εισφορά:
α. Τα κοινοπρακτικά και ομολογιακά δάνεια που έχουν συναφθεί και διατεθεί ή πρόκειται να συναφθούν και διατεθούν αρχικά στις διεθνείς αγορές.
β. Τα χορηγηθέντα ή χορηγούμενα δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή με πόρους από συνολικά δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
27550/Β.1135/1.9.1997
(ΦΕΚ 190/Α’/25.9.1997)
Εχοντας υπόψη:
1. Το Ν.128/1975 “περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών αναφερομένων εις την λειτουργίαν του χρηματοδοτικού συστήματος”.
2. Το Ν.1266/1982 “περί οργάνων ασκήσεως της Νομισματικής Πιστωτικής και Συναλλαγματικής Πολιτικής και άλλες διατάξεις”.
3. Το άρθρο 22 του Ν.2515/25.7.1997.
4. Την απόφαση της Ν.Ε. αριθμ. 245/11/21.8.1979.
5. Την Απόφαση αριθ. 27610/26.2.1976 του Υπουργού Οικονομικών.
6. Το άρθρο 8, παράγραφος 5 του Ν.1083/1980.
7. Την ανάγκη αναμόρφωσης της εισφοράς του Ν.128/1975.
Αποφασίζουμε:
Τροποποιούμε τις σχετικές διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία του προβλεπόμενου στο άρθρο 1, παρ. 2 του Ν.128/1975 Κοινού Λογαριασμού για καταβολή επιστροφής διαφορών τόκων και καθορίζουμε τα ακόλουθα:
Α. Εισφορές
Το ποσοστό της εισφοράς επί των πάσης φύσεως χορηγήσεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 22 του Ν.2515/25.7.1997, των Πιστωτικών Ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα, καθορίζεται από 1ης Σεπτεμβρίου 1997 ως εξής:
1. Στις χορηγήσεις σε συνάλλαγμα ορίζεται ποσοστό εισφοράς 1,2% ετησίως, ανεξαρτήτως του ύψους του εφαρμοζόμενου επιτοκίου και του πιστωτικού ιδρύματος από το οποίο χορηγούνται.
2. Στις χορηγήσεις σε δραχμές ορίζονται τα παρακάτω ποσοστά:
i) Ποσοστό 1,2% ετησίως στις χορηγήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και των εμπορικών τραπεζών,
ii) Ποσοστό 0,12% ετησίως:
α) Στις χορηγήσεις της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, της ΕΤΒΑ, των κτηματικών, επενδυτικών και συνεταιριστικών τραπεζών, του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
β) Στις χορηγήσεις των Πιστωτικών Ιδρυμάτων από τη διενέργεια συμβάσεων πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) και στις χορηγήσεις προς τις Ανώνυμες Εταιρίες, με αποκλειστικό σκοπό την άσκηση της δραστηριότητας αυτής.
3. Η εν λόγω εισφορά υπολογίζεται με βάση τα μέσα μηνιαία υπόλοιπα των χορηγήσεων και καταβάλλεται κάθε μήνα από τα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα, με ημερομηνία αξίας (valeur) την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνο στον οποίο αναφέρονται τα στοιχεία, τροποποιουμένων των αντιστοίχων διατάξεων της 27610/26.2.1976 απόφασης Υπ. Οικονομικών, η οποία κατά τα λοιπά εξακολουθεί να ισχύει.
Σε περίπτωση επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθείσης εισφοράς ή εκπρόθεσμης καταβολής της, αυτή θα εισπράττεται ή θα καταβάλεται από τα πιστωτικά ιδρύματα εντόκως από την ημερομηνία που κατέστη απαιτητή και με επιτόκιο ίσο προς το επιτόκιο των Εντόκων Γραμματίων Ελληνικού Δημοσίου ετήσιας διάρκειας (καθορισμένο επιτόκιο ή μέσο επιτόκιο διάθεσης, εφόσον ακολουθείται η μέθοδος της δημοπρασίας, κατά την τελευταία προ της εν λόγω ημερομηνίας έκδοση εντόκων γραμματίων).
4. Επιβάλλεται επίσης εισφορά 1,2% στις χορηγήσεις σε δραχμές και συνάλλαγμα από πιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, κατά την έννοια του Ν.2076 του εξωτερικού προς (ημεδαπά) φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι υπόχρεα για υποβολή φορολογικής δήλωσης. Στην περίπτωση αυτή, υπόχρεος για την απόδοση της εισφοράς είναι ο δανειοδοτούμενος. Ο τρόπος καταβολής της εισφοράς, η διαδικασία και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσης, θα καθορισθούν με απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών.
5. Δεν υπόκεινται σε εισφορά:
i) Τα δάνεια μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων.
ii) Τα δάνεια προς το Ελληνικό Δημόσιο, μη περιλαβανομένων δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών.
iii) Τα χορηγηθέντα ή χορηγούμενα δάνεια με πόρους από συνολικά δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
iv) Τα δάνεια ή πιστώσεις των φυσικών ή νομικών προσώπων, κοινοπραξιών και κοινωνιών αστικού δικαίου, που κατοικούν μόνιμα ή οι δραστηριότητές τους ασκούνται σε νησιά με πληθυσμό κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους.
v) Τα δάνεια ή πιστώσεις σε συνάλλαγμα που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης ΥΠ.187/1/19.10.1978, όπως ισχύει.
6. Στις χορηγήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων επί των οποίων δεν λογίζονται τόκοι, σύμφωνα με το άρθρο 27 του Ν.2076/1992, επιβάλλεται εισφορά μόνο για τις οφειλές επί των οποίων λογίζονται και εισπράττονται εκ των υστέρων τόκοι. Η αναλογούσα επί των οφειλών αυτών εισφορά υπολογίζεται αναδρομικά για την ίδια χρονική περίοδο για την οποία λογίστηκαν τόκοι και καταβάλλεται συγκεντρωτικά και άτοκα μαζί με την εισφορά του μήνα μέσα στον οποίο εισπράχθηκε. Η έναρξη εφαρμογής της παρούσας θα γίνει με βάση τα υπόλοιπα χορηγήσεων του
μηνός Σεπτεμβρίου 1997 και η αναλογούσα εισφορά θα καταβληθεί με ημερομηνία αξίας (valeur) την 31η Οκτωβρίου 1997.
Β. Επιδοτήσεις
Από 1ης Σεπτεμβρίου 1997 οι καταβολές επιστροφής διαφορών τόκων με χρέωση του Κοινού Λογαριασμού του άρθρου 1, παρ. 2 του Ν.128/1975, γίνονται με τρέχουσα αξία. Τα οφειλόμενα ποσά καταβάλλονται εντόκως από της ημερομηνίας που, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις, καθίστανται απαιτητά με το ισχύον κατά την ημέρα
αυτή επιτόκιο των Εντόκων Γραμματίων Ελληνικού Δημοσίου ετήσιας διάρκειας. Η έντοκη επιστροφή αφορά καταβολές επιστροφής διαφορών τόκων που αναφέρονται σε περιόδους με ημερομηνία έναρξης εκτοκισμού την 1η Σεπτεμβρίου 1997 και εφεξής. Δεν λογίζονται τόκοι στους δανειολήπτες, σε περίπτωση καθυστέρησης είσπραξης από τις εμπορικές τράπεζες των οφειλομένων ποσών του λογαριασμού του Ν.128. Οι αιτήσεις και όλα τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την καταβολή επιστροφής διαφορών τόκων πρέπει να υποβάλλονται στην αρμόδια υπηρεσία της Τράπεζας της Ελλάδος το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία που
καθίστανται απαιτητά (ημερομηνία λογισμού των τόκων) τα σχετικά ποσά. Η εκπρόθεσμη υποβολή δικαιολογητικών ή λανθασμένων στοιχείων συνεπάγεται αντίστοιχη μείωση της περιόδου έντοκης απόδοσης του οφειλομένου ποσού. Η καταβολή από τον Κοινό Λογαριασμό της επιστροφής διαφορών τόκων στα Πιστωτικά
Ιδρύματα πραγματοποιείται μόνο εφόσον αναφέρεται σε τόκους που καλύπτουν τουλάχιστον περίοδο εξαμήνου.
Κάλυψη Δαπάνης
Η δαπάνη που προκαλείται από τις διατάξεις της παρούσης απόφασης, το ύψος της οποίας δεν είναι δυνατό να προσδιορισθεί, θα βαρύνει το λογαριασμό του Ν.128/1975, ο οποίος δημιουργείται από την παρακράτηση επί των χορηγήσεων των Τραπεζών, με σκοπό την επιδότηση επιτοκίων δανείων. Από την έναρξη εφαρμογής της παρούσης, η απόφαση αριθμ. 25350/1044/31.7.1997, όπως και κάθε αντίθετη διάταξη προγενεστέρων αποφάσεων, καταργείται.
Η απόφαση αυτή, εγκρινόμενη από το Υπουργικό Συμβούλιο, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Πηγή: taxheaven.gr