Α.-Η συμφωνία για επιτόκια, που υπερβαίνουν τα δικαιοπρακτικά επιτόκια, δεν παύει να απαγορεύεται από το νόμο (άρθρο 281 ΑΚ) (ΑΠ 1219/2001, ΠΠρΑθ 6774/2003). Πάγια η θέση της νομολογίας ότι, η καταβολή υπέρμετρων τόκων δεν εξαναγκάζεται δικαστικά (ΕφΑθ 3562/2001 αδημ.). Η πρακτική της τράπεζας να επιφυλάσσει στον εαυτό της, το δικαίωμα του μονομερούς καθορισμού του ποσοστού του συμβατικού τόκου, χωρίς να έχει θέσει εκ των προτέρων εύλογα κριτήρια για τον οφειλέτη, είναι καταχρηστική.
Β.-Ανεπίτρεπτος ο ανατοκισμός προμηθειών και εξόδων (βλ. για την έννοια του εκτοκισμού ΑΠ 1355/1988 Ελλ Δ/νη 1999/287). Κατ’ άρθρο 8 περ. 6 ν. 1983/190 και την υπ’ αριθμ. 289/1980 απόφαση της Νομισματικής Επιτροπής αλλά και το υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς (ν. 2601/1998, 2789/2000 άρθρο 30, ν.2783/2000 άρθρο 47, ν.2912/2001 άρθρο 42 και ν. 3259 άρθρο 39), ανατοκισμός επιτρέπεται και μόνο των καθυστερούμενων τόκων και όχι φόρων, εισφορών ή άλλων προμηθειών (ΑΠ 1782/2002 ΕλλΔνη 2002.1430, ΑΠ 1355/1988 ΕλλΔνη 1999.287). Επομένως, ο ανατοκισμός της εισφοράς του Ν.128/75 δεν είναι νόμιμος.
Γ.-Όλα τα ποσά των χρηματικών καταβολών έχουν λογιστεί επί εσφαλμένης εκάστοτε οφειλής, με πρακτική συνέπεια να είναι ανεκκαθάριστη η απαίτηση της καθ’ ης για την οποία, εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, ενώ η ακυρότητα των επιμέρους ποσών επηρεάζει την αποδεικτικότητα με έγγραφα του συνόλου της απαίτησης, αφού στο απόσπασμα του λογαριασμού που προσκομίστηκε από την καθ’ ης δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός των επιμέρους ποσών λόγω του είδους της εγγραφής.
Ειρ.Αθ. 609/2014 by Λεωνίδας Στάμος on Scribd